compulsory στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για compulsory στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Μεταφράσεις για compulsory στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
compulsory purchase, compulsory acquisition
compulsory, obligatory
compulsory military service
compulsory education up to the age of 16
Latin is not a compulsory subject
to be compulsory
to put a compulsory purchase order on a house/a piece of land
compulsory education

compulsory στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για compulsory στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά (Μετάβαση προς Γαλλικά»Αγγλικά)

Μεταφράσεις για compulsory στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Γαλλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
compulsory
compulsory attendance
to make sth compulsory
compulsory module
compulsory education
compulsory deductions
compulsory figures

compulsory Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

compulsory by law

compulsory Από το λεξιλόγιο «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων

Μεταφράσεις για compulsory στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά

Αμερικανικά Αγγλικά

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αγγλικά
Half of the points earned by each gymnast during both the compulsory and optional rounds carried over to the final.
en.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski