Αγγλικά » Γερμανικά

hon1 [hʌn] ΟΥΣ esp αμερικ οικ

hon συντομογραφία: honey

hon
Liebling αρσ
hon
Baby ουδ αργκ

Βλέπε και: honey

hon2 [ɒn] ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ esp βρετ

hon συντομογραφία: honorary

hon
Ehren-

Βλέπε και: honorary

hon·or·ary [ˈɒnərəri, αμερικ ˈɑ:nəreri] ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ

Hon [ɒn] ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ

Hon συντομογραφία: Honourable

Hon
Hon

Rt Hon ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ

Rt Hon συντομογραφία: Right Honourable

the Rt Hon ...

Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

the Rt Hon ...

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αγγλικά
They had twin sons and one daughter: Hon.
en.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | Türkçe | 中文