I.apply [βρετ əˈplʌɪ, αμερικ əˈplaɪ] ΡΉΜΑ μεταβ
2. apply (use):
4. apply (affix):
II.apply [βρετ əˈplʌɪ, αμερικ əˈplaɪ] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. apply (request):
2. apply (seek work):
3. apply (seek entry):
4. apply (be valid):
- s'appliquer (to à)
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.