beneficiarse στο Oxford Spanish Dictionary

Μεταφράσεις για beneficiarse στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

1. beneficiar (favorecer):

1. beneficiarse (sacar provecho):

beneficiarse
beneficiarse de algo

Μεταφράσεις για beneficiarse στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

beneficiarse στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για beneficiarse στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

I.beneficiar [be·ne·fi·ˈsjar, -ˈθjar] ΡΉΜΑ μεταβ

II.beneficiar [be·ne·fi·ˈsjar, -ˈθjar] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα beneficiarse

Μεταφράσεις για beneficiarse στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

Βρετανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "beneficiarse" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | 中文