Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πάθηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πάθησ|η <-εις> [ˈpaθisi] SUBST θηλ

πάθηση
Leiden ουδ
δερματική πάθηση
Hautkrankheit θηλ
δερματική πάθηση
Leiden ουδ an der Haut
πάθηση των ματιών
Augenleiden ουδ
οφθαλμική πάθηση
Augenleiden ουδ
πάθηση της καρδιάς
Herzleiden ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με πάθηση

δερματική πάθηση
οφθαλμική πάθηση
πάθηση των ματιών
πάθηση της καρδιάς
Herzleiden ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский