Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „διανοητική“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

διανοητική ανεπάρκεια
διανοητική ικανότητα
geistige Fähigkeiten θηλ πλ
διανοητική καθυστέρηση
διανοητική πάθηση
διανοητική έκπτωση
διανοητική ανεπάρκεια
Schwachsinn αρσ
διανοητική σύγχυση
Verwirrtheit θηλ
νοητική/διανοητική καθυστέρηση
νοητική/διανοητική καθυστέρηση
Retardation θηλ
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „διανοητική“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский