Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „αφορμή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αφορμή [afɔrˈmi] SUBST θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με αφορμή

με την αφορμή του
δίνω αφορμή για

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский