στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
 
 I. statistico <πλ statistici, statistiche> [staˈtistiko, tʃi, ke] ΕΠΊΘ
II. statistico (statistica) <πλ statistici, statistiche> [staˈtistiko, tʃi, ke] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
-  statistico (statistica)
 -  
 
-  dati demografici, statistici
 -  
 
 
 στο λεξικό PONS
 
 I. statistico (-a) <-ci, -che> [sta·ˈtis·ti·ko] ΕΠΊΘ
-  statistico (-a)
 -  
 
II. statistico (-a) <-ci, -che> [sta·ˈtis·ti·ko] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
-  statistico (-a)
 -  
 
 
 PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.