στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. cortigiano [kortiˈdʒano] ΕΠΊΘ
II. cortigiano [kortiˈdʒano] ΟΥΣ αρσ
1. cortigiano ΙΣΤΟΡΊΑ:
2. cortigiano μειωτ:
στο λεξικό PONS
cortigiano (-a) [kor·ti·ˈdʒa:·no] ΟΥΣ αρσ (θηλ) ΙΣΤΟΡΊΑ
- cortigiano (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.