στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
caduco <πλ caduchi, caduche> [kaˈduko] ΕΠΊΘ
2. caduco:
- caduco ΑΝΑΤ, ΖΩΟΛ corna, denti
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.