Oxford Spanish Dictionary
neurálgico (neurálgica) ΕΠΊΘ
1. neurálgico ΙΑΤΡ:
- neurálgico (neurálgica)
-
2. neurálgico (clave, importante):
- neurálgico (neurálgica)
- key προσδιορ
punto neurálgico ΟΥΣ αρσ
centro neurálgico ΟΥΣ αρσ
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.