Oxford Spanish Dictionary
derrochador2 (derrochadora) ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- derrochador (derrochadora)
-
- derrochador (derrochadora)
-
στο λεξικό PONS
derrochador(a) ΕΠΊΘ ΟΥΣ αρσ(θηλ)
derrochador(a) [de·rro·ʧa·ˈdor, -·ˈdo·ra] ΕΠΊΘ ΟΥΣ αρσ(θηλ)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.