Oxford Spanish Dictionary
abrumador (abrumadora) ΕΠΊΘ
1. abrumador victoria/mayoría:
- abrumador (abrumadora)
-
στο λεξικό PONS
abrumador(a) ΕΠΊΘ
1. abrumador (agobiador):
abrumador(a) [a·βru·ma·ˈdor, -·ˈdo·ra] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.