- kalt
- κρύος, ψυχρός
- es ist kalt
- κάνει κρύο
- mir ist kalt
- κρυώνω
- das Essen wird kalt
- το φαγητό θα κρυώσει
- etw αιτ kalt stellen
- βάζω κάτι στο ψυγείο
- die Wohnung kostet 700 Euro kalt
- το διαμέρισμα κοστίζει 700 ευρώ χωρίς θέρμανση
- ihm brach der kalte Schweiß aus
- τον έλουσε κρύος ιδρώτας
- kalte Füße bekommen μτφ
- αρχίζω να έχω ενδοιασμούς
- es überlief ihn kalt
- το διαπέρασε ρίγος
- kalt
- ψυχρός
- jdm die kalte Schulter zeigen οικ
- γυρίζω σε κάποιον την πλάτη
- Kalter Krieg ΙΣΤΟΡΊΑ
- ψυχρός πόλεμος
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.