

I. se·ri·ös [zeˈri̯ø:s] ΕΠΊΘ
1. seriös (ordentlich, gediegen):
2. seriös ΟΙΚΟΝ (vertrauenswürdig):
II. se·ri·ös [zeˈri̯ø:s] ΕΠΊΡΡ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.