I. hand·schrift·lich ΕΠΊΘ
1. handschriftlich (von Hand geschrieben):
- handschriftlich
-
2. handschriftlich (als Handschrift 2 überliefert):
- handschriftlich
-
-
- handschriftlich
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.