στο λεξικό PONS
-
- Zusicherung θηλ <-, -en>
-
- gegenteilige Zusicherung
-
- Zusicherung θηλ <-, -en>
-
- Zusicherung θηλ <-, -en>
-
- Zusicherung θηλ <-, -en>
-
- Zusicherung θηλ <-, -en>
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Zusicherung ΟΥΣ θηλ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
- Zusicherung
-
-
- Zusicherung θηλ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.