στο λεξικό PONS
Take·over <-[s], -> [ˈte:kʔo:vɐ] ΟΥΣ ουδ o αρσ ΟΙΚΟΝ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Unfriendly Takeover ΟΥΣ ουδ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- UNFPA
- unfrankiert
- unfrei
- Unfreie Unfreier
- Unfreiheit
- Unfriendly Takeover
- unfruchtbar
- Unfruchtbarkeit
- Unfug
- Ungar
- ungarisch