στο λεξικό PONS
Pflicht·an·teil ΟΥΣ αρσ ΝΟΜ
-  Pflichtanteil
 -  
 
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
 
 Pflichtanteil ΟΥΣ αρσ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
-  Pflichtanteil (Pflichtanspruch in Höhe der Hälfte des gesetzlichen Erbteils)
 -  
 
 
 -  
 -  Pflichtanteil αρσ
 
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.