στο λεξικό PONS
Amts·be·stä·ti·gung ΟΥΣ θηλ ΓΡΑΦΕΙΟΚΡ
- Amtsbestätigung
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Amtsbestätigung ΟΥΣ θηλ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
- Amtsbestätigung (Echtheitsnachweis bei juristischen Personen)
-
-
- Amtsbestätigung θηλ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.