lycée [lise] ΟΥΣ αρσ
1. lycée:
- lycée agricole
-
- lycée hôtelier
- Hotelfachschule θηλ
- lycée professionnel [ou technique]
-
- lycée d'enseignement professionnel
- ≈ Berufsfachschule θηλ
-
- ≈ Fachoberschule θηλ
2. lycée Βέλγ (établissement secondaire pour filles):
- lycée
- Mädchengymnasium ουδ
lycée αρσ
- lycée
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
- lycée hôtelier
- Hotelfachschule θηλ
- lycée technique
- Fachoberschule θηλ
- lycée professionnel
- ≈ Fachoberschule θηλ