Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. carnass|ier (carnassière) [kaʀnasje, ɛʀ] ΕΠΊΘ
III. carnassière ΟΥΣ θηλ
1. carnassière ΟΔΟΝΤ:
2. carnassière (gibecière):
στο λεξικό PONS
I. carnassier (-ière) [kaʀnasje, -jɛʀ] ΕΠΊΘ
- carnassier (-ière)
-
II. carnassier (-ière) [kaʀnasje, -jɛʀ] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- carnassier (-ière)
-
I. carnassier (-ière) [kaʀnasje, -jɛʀ] ΕΠΊΘ
- carnassier (-ière)
-
II. carnassier (-ière) [kaʀnasje, -jɛʀ] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
- carnassier (-ière)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.