pc [ˌpi:ˈsi:] ΟΥΣ
pc συντομογραφία: per cent:
- pc
- odst.
I. per cent [pəˈsent], per·cent ΟΥΣ
II. per cent [pəˈsent], per·cent ΕΠΊΡΡ
I. PC [ˌpi:ˈsi:] ΟΥΣ
1. PC → personal computer:
- PC
- PC αρσ
2. PC βρετ → police constable:
3. PC → political correctness:
po·liti·cal·ly cor·ˈrect ΕΠΊΘ, PC
po·liti·cal cor·ˈrect·ness ΟΥΣ, PC ΟΥΣ no πλ
per·son·al com·ˈput·er ΟΥΣ
po·liti·cal cor·ˈrect·ness ΟΥΣ, PC ΟΥΣ no πλ
po·liti·cal·ly cor·ˈrect ΕΠΊΘ, PC
Pock·et PˈC ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.