στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. overdeveloped [βρετ ˌəʊvədɪˈvɛləpt] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
overdeveloped → overdevelop
II. overdeveloped [βρετ ˌəʊvədɪˈvɛləpt] ΕΠΊΘ
1. overdeveloped (physically):
- overdeveloped person
-
- overdeveloped muscle
-
3. overdeveloped ΦΩΤΟΓΡ:
- overdeveloped
-
4. overdeveloped:
- overdeveloped ΠΟΛΙΤ, ΟΙΚΟΝ
-
overdevelop [βρετ əʊvədɪˈvɛləp, αμερικ ˌoʊvərdəˈvɛləp] ΡΉΜΑ μεταβ
1. overdevelop muscle:
2. overdevelop ΦΩΤΟΓΡ:
overdevelop [βρετ əʊvədɪˈvɛləp, αμερικ ˌoʊvərdəˈvɛləp] ΡΉΜΑ μεταβ
1. overdevelop muscle:
2. overdevelop ΦΩΤΟΓΡ:
-
- overdeveloped
-
- overdeveloped
στο λεξικό PONS
overdeveloped [ˌoʊ·vɚ·dɪ·ˈvel·əpt] ΕΠΊΘ
- overdeveloped
-
- overdeveloped ΦΩΤΟΓΡ
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.