Oxford Spanish Dictionary
parochial [αμερικ pəˈroʊkiəl, βρετ pəˈrəʊkɪəl] ΕΠΊΘ
1. parochial (narrow) μειωτ:
- parochial person/attitude/outlook
-
- parochial person/attitude/outlook
-
2. parochial ΘΡΗΣΚ:
- parochial
-
- parroquial responsabilidad
- parochial
-
- parochial school αμερικ
-
- parochial μειωτ
- provinciano (provinciana)
- parochial
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.