Oxford Spanish Dictionary
occupational therapist ΟΥΣ
occupational [αμερικ ˌɑkjəˈpeɪʃ(ə)n(ə)l, βρετ ɒkjʊˈpeɪʃ(ə)n(ə)l] ΕΠΊΘ
στο λεξικό PONS
occupational [ˌɒkjʊˈpeɪʃənəl, αμερικ ˌɑ:kjəˈ-] ΕΠΊΘ
occupational [ˌak·jə·ˈpeɪ·ʃə·nəl] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- occupancy
- occupancy rate
- occupant
- occupation
- occupational
- occupational therapist
- occupational therapy
- occupier
- occupy
- occur
- occurrence