Oxford Spanish Dictionary
- matrimonial asunto
- matrimonial
-
- lawyer specializing in matrimonial law
στο λεξικό PONS
matrimonial [ˌmætrɪˈməʊniəl, αμερικ -rəˈmoʊ-] ΕΠΊΘ τυπικ
- matrimonial
- matrimonial
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.