Oxford Spanish Dictionary
repellant [αμερικ rəˈpɛlənt, βρετ rɪˈpɛl(ə)nt] ΕΠΊΘ
repellant → repellent
repellent, repellant [αμερικ rəˈpɛlənt, βρετ rɪˈpɛl(ə)nt] ΕΠΊΘ
2. repellent (against insects, sharks):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Αναζήτηση στο λεξικό
- inscribe
- inscription
- inscrutability
- inscrutable
- inseam
- insect repellant
- insect repellent
- insecure
- insecurely
- insecurity
- inseminate