ra·pa·cious [rəˈpeɪʃəs] ΕΠΊΘ τυπικ
1. rapacious (grasping):
-
- rapacious
-
- rapacious
-
- rapacious τυπικ
-
- rapacious τυπικ
-
- rapacious
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.