I. pleni·po·ten·ti·ary [ˌplenipə(ʊ)ˈten(t)ʃəri, αμερικ -poʊˈten(t)ʃieri] ΟΥΣ
plenipotentiary ΠΟΛΙΤ dated:
- plenipotentiary τυπικ
-
- plenipotentiary τυπικ
-
II. pleni·po·ten·ti·ary [ˌplenipə(ʊ)ˈten(t)ʃəri, αμερικ -poʊˈten(t)ʃieri] ΕΠΊΘ αμετάβλ
plenipotentiary ΠΟΛΙΤ dated:
- plenipotentiary τυπικ
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.