στο λεξικό PONS
ˈman·hour ΟΥΣ
- manhour
-
- manhour
- Mannstunde θηλ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
man-hour ΟΥΣ ΛΟΓΙΣΤ
-
- Mannstunde θηλ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.