στο λεξικό PONS
lit·to·ral [ˈlɪtərəl, αμερικ ˈlɪt̬-] ΕΠΊΘ
2. littoral ΟΙΚΟΛ:
-
- Gezeitenbereich αρσ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.