ˈflame·out ΟΥΣ ιδιαίτ αμερικ οικ
- flameout
- Misserfolg αρσ
flameout ΟΥΣ
- flameout (rocket) ΑΣΤΡΟΝ
- Brennschluss αρσ
- flameout ΤΕΧΝΟΛ
- Flammabriss αρσ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.