στο λεξικό PONS
autumn ˈcro·cus ΟΥΣ
I. autumn [ˈɔ:təm, αμερικ ˈɑ:t̬əm] esp βρετ ΟΥΣ
II. autumn [ˈɔ:təm, αμερικ ˈɑ:t̬əm] esp βρετ ΟΥΣ modifier
autumn (day, festival, weather):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.