- soapbox orator
- harangueur/-euse αρσ/θηλ
- orator
- orateur αρσ
- soapbox
- tribune θηλ improvisée
- to get on one's soapbox
- enfourcher son cheval de bataille
- orator
- orateur(-trice) αρσ (θηλ)
- soapbox
- tribune θηλ
- orator
- orateur(-trice) αρσ (θηλ)
- soapbox
- tribune θηλ
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.