Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
- dégueulasse personne, action
- shitty αργκ
στο λεξικό PONS
shitty <-ier, -iest> [ˈʃɪti, αμερικ ˈʃɪt̬-] ΕΠΊΘ μειωτ οικ
1. shitty (bad, worthless):
- shitty
-
2. shitty (contemptible):
- shitty
-
3. shitty (dirty):
- shitty
-
shitty <-ier, -iest> [ˈʃɪt̬·i] ΕΠΊΘ χυδ
1. shitty (bad, worthless):
- shitty
-
2. shitty (contemptible):
- shitty
-
3. shitty (dirty):
- shitty
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.