Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. sabbatical [βρετ səˈbatɪk(ə)l, αμερικ səˈbædək(ə)l] ΟΥΣ
II. sabbatical [βρετ səˈbatɪk(ə)l, αμερικ səˈbædək(ə)l] ΕΠΊΘ
sabbatical leave, year:
- sabbatical
-
στο λεξικό PONS
I. sabbatical [səˈbætɪkl, αμερικ -ˈbæt̬-] ΟΥΣ
- sabbatical
-
II. sabbatical [səˈbætɪkl, αμερικ -ˈbæt̬-] ΕΠΊΘ
- sabbatical
-
-
- sabbatical
I. sabbatical [sə·ˈbæt̬·ɪ·k ə l] ΟΥΣ
- sabbatical
-
II. sabbatical [sə·ˈbæt̬·ɪ·k ə l] ΕΠΊΘ
- sabbatical
-
-
- sabbatical
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.