Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
atrocious [βρετ əˈtrəʊʃəs, αμερικ əˈtroʊʃəs] ΕΠΊΘ
1. atrocious (horrifying):
- atrocious crime, treatment etc
-
2. atrocious (bad):
- atrocious accent, spelling, price etc
-
- atrocious food
-
στο λεξικό PONS
atrocious [əˈtrəʊʃəs, αμερικ -ˈtroʊ-] ΕΠΊΘ
- atrocious
-
- haïssable temps
- atrocious
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.