Σλοβενικά » Αγγλικά

Μεταφράσεις για „pokuriti“ στο λεξικό Σλοβενικά » Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά » Σλοβενικά)

pokúri|ti <-m; pokuril> ΡΉΜΑ στιγμ μεταβ

1. pokuriti (za ogrevanje):

pokuriti

Παραδειγματικές φράσεις με pokuriti

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Σλοβένικα
Dotedanje zmogljivosti pa niso mogle vsega tega razpoložljivega premoga pokuriti in oplemenititi v obliki električne energije.
sl.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "pokuriti" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina