Σλοβενικά » Αγγλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: izvršilen , izvršen , izvršitev και izvršiti

izvršíl|en <-na, -no> ΕΠΊΘ

izvrší|ti <-m; izvršil> ΡΉΜΑ στιγμ μεταβ

izvršiti στιγμ od izvrševati:

Βλέπε και: izvrševáti

izvršít|ev <-ve, -vi, -ve> ΟΥΣ θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina