ingrassarsi στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για ingrassarsi στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.ingrassare [inɡrasˈsare] ΡΉΜΑ μεταβ

II.ingrassare [inɡrasˈsare] ΡΉΜΑ αμετάβ βοηθ ρήμα essere

1. ingrassare (diventare grasso):

Μεταφράσεις για ingrassarsi στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
ingrassarsi alle spese di

ingrassarsi στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για ingrassarsi στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.ingrassare [iŋ·gras·ˈsa:·re] ΡΉΜΑ μεταβ +avere

II.ingrassare [iŋ·gras·ˈsa:·re] ΡΉΜΑ αμετάβ +essere (diventare grasso)

III.ingrassare [iŋ·gras·ˈsa:·re] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

Μεταφράσεις για ingrassarsi στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

ingrassarsi Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski