domandò στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για domandò στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

2. domandare (interrogare):

“è partita?” domandò

II.domandare [domanˈdare] ΡΉΜΑ αμετάβ βοηθ ρήμα avere

III.domandarsi ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα (interrogarsi)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για domandò στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

domandò στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για domandò στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

I.domandare [do·man·ˈda:·re] ΡΉΜΑ μεταβ

II.domandare [do·man·ˈda:·re] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για domandò στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

domandò Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Ιταλικά
All'età di nove anni un prete gli domandò di moltiplicare il numero 365 365 365 365 365 365 per se stesso.
it.wikipedia.org
L'imperatore domandò allo schiavo come fosse riuscito, e quest'ultimo gli rispose che una volta aveva aiutato il leone togliendoli una spina da una sua zampa.
it.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski