assalita στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για assalita στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

1. assalire (aggredire):

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
essere assalita da un maniaco

Μεταφράσεις για assalita στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
rip into μτφ person

assalita στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για assalita στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

Μεταφράσεις για assalita στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

assalita Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Ιταλικά
Quest'ultima assalita da sgomento e rabbia preannunziò la sua vendetta al mare, consistente in un suo lento prosciugamento.
it.wikipedia.org

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski