anulado στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για anulado στο λεξικό Ισπανικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Ισπανικά)

anular [anuˈlar] ΡΉΜΑ trans

I.anular <m e f inv> [anuˈlar] ΕΠΊΘ

II.anular [anuˈlar] ΟΥΣ αρσ

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

Μεταφράσεις για anulado στο λεξικό Ιταλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Ιταλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
(dedo m) anular m
han anulado el concierto
se ha anulado la reunión

anulado Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

anular un gol SPORT

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski