enfrentó στο Oxford Spanish Dictionary

Μεταφράσεις για enfrentó στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

1. enfrentarse (hacer frente a) (enfrentarse a/ con alg.):

se enfrentó con el enemigo
Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.
se enfrentó a la situación con audacia

Μεταφράσεις για enfrentó στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

Κι άλλες μεταφράσεις και εκφράσεις με τη λέξη που αναζητήσατε.

enfrentó στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για enfrentó στο λεξικό Ισπανικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ισπανικά)

Μεταφράσεις για enfrentó στο λεξικό Αγγλικά»Ισπανικά (Μετάβαση προς Ισπανικά»Αγγλικά)

enfrentó Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski | 中文