Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ψήφισμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ψήφισμα [ˈpsifizma] SUBST ουδ

ψήφισμα
ψήφισμα
Resolution θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский