Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „χασομέρης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

χασομέρης (χασομέρισσα) [xasɔˈmɛris, xasɔˈmɛrisa] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

1. χασομέρης (που δεν κάνει τίποτα):

χασομέρης (χασομέρισσα)
Nichtstuer(in) αρσ (θηλ)

2. χασομέρης (που χρονοτριβεί):

χασομέρης (χασομέρισσα)
Trödler(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский