Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φαρισαϊκός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φαρισαϊκ|ός <-ή, -ό> [farisaiˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. φαρισαϊκός (των Φαρισαίων):

φαρισαϊκός
pharisäisch, Pharisäer-

2. φαρισαϊκός μτφ (υποκριτικός):

φαρισαϊκός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский