Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „υπερασπιστής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

υπερασπιστής (υπερασπίστρια) [ipɛraspisˈtis, ipɛrasˈpistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ) ΝΟΜ

υπερασπιστής (υπερασπίστρια)
Verteidiger(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский