Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σύμφυση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σύμφυσ|η <-εις> [ˈsiɱfisi] SUBST θηλ

σύμφυση ΑΝΑΤ, ΒΟΤ
Verwachsung θηλ
ηβική σύμφυση
Symphyse θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με σύμφυση

ηβική σύμφυση
Symphyse θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский